Βιογραφικά στοιχεῖα καί μνεῖες γιά τά ἔργα καί τίς ἡμέρες τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος δέν διασώθηκαν καί οἱ πληροφορίες πού διαθέτουμε πηγάζουν ἀπό τούς τόπους τούς ἀφιερωμένους στή μνήμη του. Μαρτυρολόγια, ἕνα ἐγκώμιο καί ἔμμεσες ἀναφορές σκιαγραφοῦν τό βίο του καί τό μαρτυρικό του θάνατο.
Νεανική ἡλικία:
Δέν γνωρίζουμε πολλά στοιχεῖα γιά τήν παιδική καί ἐφηβική ἡλικία τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου. Γνωρίζουμε ὅτι γεννήθηκε στήν Ἀμάσεια, πόλη κτισμένη κοντά στόν Ἴρι ποταμό πρός τόν Πόντο τῆς Καππαδοκίας. Ἰδιαίτερη πατρίδα του ἦταν τό χωριό Χουμιάλα. Τήν ἐποχή πού ὁ Διοκλητιανός ἐπιχειροῦσε μέ ἕδρα τήν Νικομήδεια, τήν ἀναδιοργάνωση τοῦ κράτους διενήργησε διωγμούς με ἀποτέλεσμα πολλοί Χριστιανοί νά ἐγκαταλείπουν τήν περιοχή τῆς Ἀμάσειας, ἄλλοι νά γίνονται κρυπτοχριστιανοί, ἄλλοι να πιστεύουν στα εἴδωλα και τέλος πολλοί νά βασανίζονται ἔνεκα τῆς πίστεώς τους. Παρότι ὁ Λικίνιος ἀρχικά τήρησε τό σύμφωνο τῆς Ἀνεξιθρησκείας, ἐν συνεχείᾳ ἄρχισε διωγμούς κατά τῶν Χριστιανῶν. Ἔτσι ὁ νεαρός Θεόδωρος διαμόρφωσε τήν ἄποψη πῶς ὁ Χριστιανός ἔπρεπε νά δίνει τή ζωή του γιά τήν πίστη του καί νά μήν τήν κρύβει ἀπό τό φόβο τοῦ θανάτου.
Ἡ κατάταξή του στό στρατό:
Δέν γνωρίζουμε τούς λόγους οἱ ὁποῖοι ὁδήγησαν τόν Ἅγιο νά καταταγεῖ στό στρατό. Ἀνήκε στο τάγμα τῶν Τηρώνων, δηλ. τῶν νεοσυλλέκτων. Γνωρίζουμε ὅμως πῶς σύντομα διακρίθηκε στή λεγεώνα γιά τήν ἀνδρεία του. Ἀφορμή, να γίνει γνωστός εὐρύτερα γιά τήν ἀνδρεία του, στάθηκε ἡ βοήθεια πού προσέφερε σέ κάποια πλούσια γυναίκα καί τούς κατοίκους κάποιας περιοχῆς ἐξαιτίας ἑνός γιγάντιου φιδιοῦ, τό ὁποῖο τους τρομακρατοῦσε. Προσευχόμενος ὁ Ἅγιος ἔψαξε τό φίδι καί ὅταν τό συνάντησε ἐκτόξευσε ἐναντίον του τό ἀκόντιο τραυματίζοντάς το θανάσιμα.
Ὁμολογία τῆς θρησκευτικῆς του ταυτότητας:
Τήν ἐποχή ἐκείνη εἶχε ἀρχίσει νά ἐφαρμόζεται τό διάταγμα τοῦ Διοκλητιανοῦ, περί ὑποχρεωτικῶν θυσιῶν καί τῶν στρατιωτῶν στούς θεούς, μέ σκοπό νά ἀνακαλύψουν τούς Χριστιανούς. Ὅπως ἦταν φυσικό ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε εὐθαρσῶς νά λάβει μέρος στίς θυσίες αὐτές. Ὁ Βρύγκας, ἐπικεφαλῆς τοῦ τάγματος τόν κάλεσε καί τόν ρώτησε γιά ποιό λόγο δέν θυσιάζει στούς νόμιμους θεούς. Ὁ Ἅγιος μέ θαυμαστή παρησία ὁμολόγησε πῶς εἶναι Χριστιανός καί γι’ αὐτό τό λόγο δέν θυσιαζει στά μιαρά εἴδωλα. Ὁ Βρύγκας βλέποντας ὅτι οἱ προσπάθειές του νά μεταπείσει τόν Θεόδωρο, ἀποτύγχαναν, τοῦ ἔδωσε χρόνο νά τό ξανασκεφθεῖ. Ὅμως ὁ Ἅγιος ἀφιέρωσε τόν χρόνο του γιά νά ἐνισχύσει τούς Χριστιανούς τοῦ τάγματός του, ὥστε νά μήν ἀλλαξοπιστήσουν ἤ φοβηθοῦν τά βασανιστήρια στά ὁποῖα θά ὑποβαλλόταν, μετά τήν δεύτερη ἀκρόαση καί τήν ἐμμόνή του στήν πίστη του στό Χριστό.
Καταστροφή τοῦ εἰδώλου τῆς Ρέας:
Ὁ Ἅγιος ὡστόσο δέν ἔμεινε μόνο σέ αὐτό. Χρησιμοποιώντας τήν προσωρινή ἐλευθερία του, κατέστρεψε τό ξύλινο εἴδωλό τῆς θεᾶς Ρέας, τό ὁποῖο βρισκόταν στό ναό, ἀπό τήν ἀγανάκτησή του γιά τόν διωγμό καί τά μαρτύρια τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Κρονίδης, ἕνα ὑπηρέτης τοῦ ναοῦ, εἶδε τό γεγονός καί τό διεμήνυσε στόν τοπικό ἄρχοντα Πόπλιο. Ὁ Θεόδωρος κλήθηκε ἀμέσως σέ ἀπολογία γιά τή μεγάλη ἀσέβεια καί τή βδελυρή του πράξη. Ὁ Ἅγιος ἀπήντησε ὅτι τό ἔκανε γιά νά διαπιστώσει ἐάν ὄντως ἡ θεά ἦταν ἀληθινή!... Αὐτό ὅμως πού διεπίστωσε ἦταν ὅτι ἐπρόκειτο περί ἑνός ἀψύχου πράγματος, ἀνίκανου νά ὑπερασπισθεῖ τόν ἑαυτό του.
Τό Μαρτύριο του Ἁγίου:
Ὁ τοπικός ἄρχοντας διέταξε ἀμέσως νά τόν μαστιγώσουν. Προσπάθησε γιά τελευταία φορά νά τόν μεταπείσει ὑποσχόμενος πῶς ἐάν ἀσπασθεῖ καί θυσιάσει στούς θεούς ὅλα θά τελείωναν ἀμέσως καί θά εἶχε πλούσιες ἀπολαβές, εἰδάλλως θά τόν ὑπέβαλε σέ βασανιστήρια. Ὁ Θεόδωρος ὁμολόγησε καί πάλι τήν πίστη του στό Χριστό καί πρόσταξε μάλιστα τόν ἄρχοντα νά ἀρχίσει ἀμέσως τά πλέον φρικτά βασανιστήρια ἐφόσον τοῦ ἔδινε θάρρος ἡ πίστη του καί ὅτι δέν φοβάται τό μαρτύριο ἐπειδή δέν εἶναι δειλός. Ἄμέσως ὁ ἄρχοντας ἔδωσε ἐντολή νά τόν ρίξουν στή φυλακή χωρίς τροφή καί νερό. Τό ἴδιο βράδυ ἐμφανίστηκε μπροστά του ὁ Χριστός δινοντάς του δύναμη, ἐπίσης, ὅπως περιγράφει ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ἄγγελοι ἔψαλαν μέσα στό κελί του, μέ ἀποτέλεσμα οἱ φύλακες νά νομίζουν ὅτι οἱ ἦλθαν φίλοι τοῦ Θεόδωρου γιά νά τόν βοηθήσουν νά δραπετεύσει. Μαθαίνοντας ὁ Πόπλιος τό γεγονός ἔστειλε ἀμέσως ἄγημα στή φυλακή, χωρίς ὡστόσο νά ἀνακαλύψουν τίποτε.
Τό τέλος τῆς ζωῆς του:
Ὁ Πόπλιος ὡστόσο, ἐκτιμώντας τήν ἀνδρεία του θέλησε νά τοῦ ξαναδώσει μία ἀκόμη εὐκαιρία γιά νά ὁμολογήσει τήν πίστη του στούς θεούς. Ὥστόσο ὁ Ἅγιος παρέμεινε ἀκλόνητος καί ὀρθός στήν πίστη του. Ἔτσι διέταξε νά τόν κρεμάσουν ἀνάποδα καί νά κόψουν τίς σάρκες του μέ κοφτερά σίδερα, ἕνα ἰδιαίτερο γνωστό γιά τήν ἐποχή βασανιστήριο. Ὅμως καἰ αὐτή ἡ προσπάθεια αὐτή ἀπέτυχε. Ὁ Ἅγιος δέν κάμφθηκε ἐνῶ ἀντίθετα ὁ παρευρισκόμενος λαός ἔπαιρνε θάρρος καί δύναμη ἀπό τήν ἀντοχή καί τό θάρρος τοῦ Ἁγίου. Βλέποντας ὁ Πόπλιος τήν ἀταλάντευτη ἐπιμονή τοῦ Ἁγίου καί φοβούμενος τήν μεταστροφή τοῦ λαοῦ διέταξε νά τόν ρίξουν σέ καμίνι. Ἡ ἡμερομηνία τῆς μακαρίας κοίμησής του ἦταν 17 Φεβρουαρίου.
Ἡ λατρεία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου:
Πρῶτο κέντρο ἀφιερωμένο στή μνήμη του ἀναδείχθηκαν τά Εὐχάϊτα τοῦ Πόντου, ὅπου κτίστηκε μία βασιλική πάνω στόν τάφο του (μαρτύριο), ἤδη ἀπό τον 4ο αἰώνα. Ἡ βασιλική αὐτή, διακοσμημένη μέ μωσαϊκά καί εἰκόνες, ἔγινε πόλος ἕλξης πολλῶν προσλυνητῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων ἀναφέρεται καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης (394). Ὁ μεγάλος αὐτός Ἱεράρχης καί πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μάλιστα, ἐπισκεπτόμενος τόν ναό τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ μάρτυρος, ἐξεφώνησε ἐγκώμιο σύμφωνα μέ τήν Ἑλληνική Πατρολογία, τό ὁποῖο ἀντιπροσωπεύει τήν ἀρχαιότερη πηγή ἀναφορικά μέ τόν Ἅγιο Θεόδωρο. Ἀπό τό ἐγκώμιο αὐτό ἀντλοῦμε τήν πληροφορία γιά τήν καταγωγή του καί τή στρατιωτική σταδιοδρομία του.
Ὡστόσο ἡ ὁμιλία τοῦ Γρηγορίου Νύσσης, ὑπακούοντας στούς κανόνες τοῦ ἐγκωμίου καί ἀπευθυνόμενη σέ πρόσωπα πού ὄφειλαν νά γνωρίζουν τήν ἱστορία τοῦ μάρτυρα, δέν μνημονεύει τοπογραφικά καί χρονολογικά στοιχεῖα, τά ὁποῖα ἀντλοῦμε ἀπό ἕνα ἑλληνικό μαρτύριο, (passio) μεταγενέστερο βέβαια ἀπό τό ἐγκώμιο τοῦ Γρηγορίου Νύσσης, τό ὁποῖο ἄν καί δέν συγκαταρυθμεῖται στούς ἁγιογραφικούς μύθους, (leggende agiografiche) καθώς «ἀντιγράφει» τά μαρτύρια τοῦ Θεογένους τοῦ Νέστορα καί τοῦ Πολυκάρπου, ὡστόσο, εἶναι ἀξιόπιστο ὡς πρός τόν ἀρχικό πυρήνα τῆς διήγησης πού ἀκολουθεῖ - μιμεῖται (δηλαδή τοῦ Γρηγορίου Νύσσης), καί ἔτσι εἰδήσεις καί λεπτομέρειες ἐπιβεβαιώνονται καί ἀπό πηγές πιό ἀξιόπιστες. Γνωρίζουμε κατ’ αὐτό τόν τρόπο, ὅτι τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου ἔλαβε χώρα στίς 17 φεβρουαρίου (μεταξύ τοῦ 306 καί 311 μ.Χ. πιθανότατα) καί ὅτι τάφηκε στά Εὐχάϊτα: μία μικρή τοποθεσία πλησίον τῆς Ἀμάσειας (ταυτίζεται μέ τή σημερινή τουρκική πόλη Aukhat ) Ἡ πόλη αὐτή ἐξελίχθηκε κατά τόν 5ο αἰώνα σέ ἐπισκοπική ἕδρα καί τόν 10ο αἰώνα μετονομάστηκε Θεοδωρούπολις.
Kατά τόν 12ο αἰώνα ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου γιορταζόταν στά Εὐχάϊτα τρεῖς φορές το χρόνο καί ἀπό τόν τόπο αὐτό ἡ τιμή καί ἡ λατρεία τοῦ Ἁγίου ἐξαπλώθηκε σέ ὅλη τήν Ἀνατολή. Κατά τήν ἐποχή τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου Α΄ (491-518 μ.Χ.) ἀφιερώθηκε μία Ἐκκλησία στήν Ἀμάσεια πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου, ἀκριβῶς στόν τόπο ὅπου μαρτύρησε. Μία ἄλλη Ἐκκλησία οἰκοδομήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 452 μ.Χ., ἡ ὁποία ἐγκαινιάστηκε στίς 5 Νοεμβρίου. Διαθέτουμε, ἐπίσης, πληροφορίες καί ἀναφορές σχετικά μέ μαρτύρια ἤ παρεκκλήσια ἀφιερωμένα στή μνήμη τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου διάσπαρτα στήν Ἀνατολή, ὅπως: στή Λυκία, τήν Ἰσαυρία, τή Λυδία, τήν Ἔδεσσα, τη Νισίβη, τή Συρία, τή Δαμασκό, τήν Ἀλεξάνδρεια, τήν Κρήτη καί ἀλλοῦ.
Ὡς πρῶτο ἴχνος τῆς τιμῆς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου στή Δύση θεωρεῖται ἡ εἰκόνα σέ ἕνα μωσαϊκό ἁψίδας πού τώρα βρίσκεται στή βασιλική τῶν Ἁγίων Κοσμᾶ καί Δαμιανοῦ στό Foro Romano, ἡ ὁποία ἀνοικοδομήθηκε ἐπί Εὐτυχίου Δ΄ (526-530 μ.Χ.). Κατά τόν 6ο αἰώνα, κτίστηκε μία Ἐκκλησία στούς πρόποδες τοῦ Παλατίνου λόφου, πού ἡ ἀφιέρωσή της στόν Ἅγιο Θεόδωρο ἐπικράτησε νά ἑορτάζεται στίς 9 Νοεμβρίου, ὅπως καταφράφεται στό Sacramento Gregoriano, καί ἡ ὁποία ἐξελίχθηκε σέ Diaconia. Ὡστόσο, ἤδη ἀπό τό τέλος τοῦ 6ου αἰώνα εἶχαν ἀνεγερθεῖ μονές ἀφιερωμένες στόν Ἅγιο Θεόδωρο σέ πολλές περιοχές τῆς Ἰταλίας, κυρίως πρός τό Νότο. Ὅπως στό Παλέρμο καί στή Μεσσήνα, στή Νάπολη καί στή Ραβέννα, ἐνῶ Ἐκκλησίες εἶχαν ἀφιερωθεῖ στή λατρεία του στό Λάτιο, ἀλλά καί στή Βενετία, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ναρσῆ. Στή πόλη τῶν Δόγηδων, μάλιστα, ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦταν ὁ πολιοῦχος, ὡσότου ἀντικατασταθεῖ τόν 13ο αἰώνα ἀπό τόν Ἅγιο Μᾶρκο. Σύμφωνα μέ παλαιά παράδοση, τό σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου μεταφέρθηκε ἀπό τά Εὐχάϊτα στό Μπρίντιζι τόν 13ο αἰώνα ὅπου καί τοποθετήθηκε σέ ἀσημένια σαρκοφάγο (urug-religuario), σέ βωμό (altare) τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς πόλης.
Ὡς τόν 9ο αἰώνα, ὁ ἅγιος Θεόδωρος ἀντιπροσωπεύει τόν μοναδικό στρατιωτικό Ἅγιο πού τιμοῦσαν ἰδιαίτερα στή Δύση. Ἀπό τήν ἐποχή ἐκείνη ὅμως στίς φιλολογικές πηγές ἐμφανίζεται ἔνας ἄλλος Ἅγιος Θεόδωρος: πρώτη μαρτυρία συναντᾶμε στά κείμενα τοῦ Νικήτα τοῦ Παφλαγόνα. Ἐδῶ μάλιστα δέν πρόκειται γιά ἁπλό στρατιώτη, ἀλλά γιά στρατηλάτη (stratelates), ὁ ὁποῖος φέρεται νά ἀπεβίωσε στήν Ἡράκλεια κατά τήν ἐποχή τοῦ Λικινίου, στίς 7 Φεβρουαρίου καί πού τάφηκε ἐπίσης στά Εὐχάϊτα, ὅπου καί μεταφέρθηκε τό σκήνωμά του στίς 3 Ἰουνίου. Τό γεγονός αὐτό στάθηκε ἀφορμή γιά τήν ἄνθηση διπλῶν ἁγιολογικῶν ἀναφορῶν, ἀπό τίς ὁποῖες διασώθηκαν στήν ἑλληνική, στή λατινική, ἀλλά καί σέ ἀνατολικές γλῶσσες, κείμενα τά ὁποῖα ἄσκησαν ἐπίδραση στά μελλοντικά μαρτυρολόγια. Ἔτσι θά δοῦμε ὅτι στά βυζαντινά συναξάρια ὁ στρατηγός Ἅγιος Θεόδωρος φέρεται νά ἑορτάζεται στίς 8 Φεβρουαρίου, ἐνῶ ὁ στρατιώτης διατηρεῖ τήν παραδοσιακή ἡμερομηνία τοῦ ἑορτασμοῦ του: στίς 17 Φεβρουαρίου, ὅπως διαφαίνεται καί ἀπό τό Μηναῖον τοῦ Φεβρουαρίου.
Oὗτος ὁ Ἅγιος Μάρτυς, κατά τούς χρόνους ἦν Μαξιμιανοῦ καί Μαξίμου τῶν βασιλέων, ἐκ Μητροπόλεως Ἀμασείας ὁρμώμενος, ἐκ χωρίου λεγομένου Χουμιαλῶν. Ἄρτι δέ τῆ στρατιᾶ τῶν Τηρώνων καταλεγείς καί ὑπό τήν τάξιν τοῦ Πραιποσίτου Βρύγκα τυγχάνων, παρ’ αὐτοῦ εἰς ἐξέτασιν κατέστη, τόν Χριστόν Θεόν εἶναι ὁμολογήσας, καί τά σεβάσματα τῶν Ἑλλήνων, ὡς ἄψυχα ξόανα καί ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων, καταχλευάσας…
… Ὄθεν συσχεθείς, καί αὐτουργός γενέσθαι ὁμολογήσας τοῦ ἐμπρησμοῦ πρῶτον μέν κρεμασθείς ξέεται, εἴτα, εἰς κάμινον πυρός ἐμβάλλεται, καί ἐν αὐτῆ τελειοῦται.
Τελεῖται δέ ἡ αὐτοῦ Σύναξις ἐν τῶ ἁγιωτάτῳ αὐτοῦ Ματρυρείῳ, τῶ ὄντι ἐν τοῖς Φωρακίου, ἐν τῶ Σαββάτῳ τῆς πρώτης τῶν Νηστειῶν ἑβδομάδος, ὅτε καί τό θαῦμα γέγονε παρ’ αὐτοῦ τῶν κολύβων ῤυσαμένου τόν ὀρθόδοξον λαόν ἐκ τῆς μεμιασμένης βρώσεως τῶν εἰδωλοθύτων…
Στά δυτικά μαρτυρολόγια πάλι ἀντίθετα, ὁ στρατιώτης ἑορτάζεται στίς 9 Νοεμβρίου, σύμφωνα μέ τή Ρωμαϊκή παράδοση, ἐνῶ ὁ στρατηγός Ἅγιος στίς 7 Φεβρουαρίου.
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ
ΕΓΚΩΜΙΟΝ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΓΑΝ ΜΑΡΤΥΡΑ ΘΕΟΔΩΡΟΝ
|